Οδηγήτριας, μονή

Οδηγήτριας, μονή
Αντρικό μοναστήρι του νομού Ηρακλείου, το οποίο εξαρτάται από τη Μητρόπολη Γόρτυνας και Αρκαδίας. Σε τμήματα των τειχών του μοναστηριού που σώζονται σήμερα υπάρχει η χρονολογία 1568. Το καθολικό, που είναι εκκλησία δίκλιτη, είναι αφιερωμένο στο Γενέσιο της Θεοτόκου και στους Αγίους Αποστόλους. Σώζονται και μερικές τοιχογραφίες, αξιόλογο τέμπλο και φορητές εικόνες. Στη διάρκεια του 1821 και των Κρητικών επαναστάσεων, το μοναστήρι υπήρξε κέντρο επαναστατικών γεγονότων. Σώζεται ακόμα ο Πύργος του Ξωπατέρα που συνδέεται με τους αγώνες του ομώνυμου ήρωα για την ελευθερία, την πολιορκία από τους Τούρκους και τον θάνατό του (1828).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Μεγάλου Σπηλαίου, μονή — Ανδρικό μοναστήρι στον νομό Αχαΐας, αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Βρίσκεται κοντά στα Καλάβρυτα, στη δυτική γυμνή και κατακόρυφη πλαγιά του Χελμού και εξαρτάται από τη Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας. Το μοναστήρι, το οποίο είναι… …   Dictionary of Greek

  • Μιστράς — I Βυζαντινή πολιτεία της Πελοποννήσου, έξι χιλιόμετρα ΒΔ της Σπάρτης, ερειπωμένη σήμερα, η οποία στάθηκε στο προσκήνιο της ιστορίας για δύο αιώνες και τα ερείπιά της αποτελούν πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού …   Dictionary of Greek

  • κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου …   Dictionary of Greek

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • Ξωπατέρας — Αγωνιστής του 1821. Καταγόταν από το Ηράκλειο της Κρήτης και το πραγματικό του όνομα ήταν Ιωάννης Μαρκάκης. Αρχικά έγινε μοναχός στη μονή της Οδηγήτριας, με το όνομα Ιωάσαφ. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821, η μονή της Οδηγήτριας έγινε… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Εκκλησιαστικό Ιεράς Μονής Παναγίας Προυσιώτισσας — Στη Μονή Προυσού, που βρίσκεται 41 χλμ. νοτιοδυτικά του Καρπενησίου, διασώθηκε και εκτίθεται στο σκευοφυλάκιό της μία πλούσια συλλογή εκκλησιαστικών κειμηλίων, μέσα από τα οποία μπορεί κανείς να παρακολουθήσει τη μακραίωνη ιστορία της. Σύμφωνα με …   Dictionary of Greek

  • κοφινάς — Βουνό (1.231 μ.) της Κρήτης στον νομό Ηρακλείου. Υψώνεται Ν της πεδιάδας της Μεσαράς και κατά μήκος των ακτών του Λιβυκού πελάγους, στα νότια παράλια της πρώην επαρχίας Μυλοποτάμου. Προς τα Δ αποτελεί προέκταση της οροσειράς Δίκτης και καταλήγει… …   Dictionary of Greek

  • Γορτύνης και Αρκαδίας, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη με έδρα τις Μοίρες Ηρακλείου. Υπάγεται στην ημιαυτόνομη Ορθόδοξη Εκκλησία της Κρήτης με εξάρτηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Περιλαμβάνει 102 ενοριακούς ναούς, στους οποίους υπηρετούν 119 κληρικοί. Για την πλέον… …   Dictionary of Greek

  • Πηγαϊδάκια — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 420 μ.), στην πρώην επαρχία Καινούργιου, του νομού Ηρακλείου. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (63 τ. χλμ.), στην οποία ανήκουν και άλλοι τρεις μικρότεροι οικισμοί, η Μονή Οδηγήτριας (υψόμ. 250 μ.), οι Καλοί Λιμένες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”